Σημαντικές ήταν οι τοποθετήσεις στελεχών της Υγείας στο 8ο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών, για το μέλλον της φαρμακευτικής καινοτομίας και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η πολιτική Υγείας και φαρμάκου στην χώρα.
Επικεφαλής και εκπρόσωποι των φαρμακευτικών επιχειρήσεων είχαν την ευκαιρία από το βήμα του 8ου Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών, να διατυπώσουν τις προτάσεις τους σχετικά με το νέο τοπίο που διαμορφώνεται με την αναθεώρηση της ευρωπαϊκής φαρμακευτικής νομοθεσίας, τους τρόπους πρόσβασης των ασθενών στην φαρμακευτική καινοτομία, τη βιωσιμότητα των συστημάτων υγείας, αλλά και τα νέα εργαλεία για την ενίσχυση του Εθνικού Συστήματος Υγείας.
Κώστας Παπαγιάννης: “Τρεις προκλήσεις και μία ευκαιρία”
Ο Κώστας Παπαγιάννης, Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της Novartis Hellas, αναφέρθηκε στην αναθεώρηση της ευρωπαϊκής φαρμακευτικής νομοθεσίας, αναλύοντας τις τρεις προκλήσεις και τη μια ευκαιρία που παρουσιάζονται.
Συμμετέχοντας την Πέμπτη 27 Απριλίου, στο πάνελ “The EU pharma strategy and the challenges for the Greek healthcare sector” ο κ. Παπαγιάννης τόνισε πως το νέο τοπίο που διαμορφώνεται στην Ευρώπη με την αναθεώρηση της φαρμακευτικής νομοθεσίας, έχει σκοπό την απρόσκοπτη πρόσβαση των ασθενών στην καινοτομία, τη βιωσιμότητα των συστημάτων υγείας και την ανταγωνιστικότητα της ΕΕ στην παγκόσμια αγορά.
«Η νέα νομοθεσία περιέχει αρκετά θετικά στοιχεία, ωστόσο, η πρόταση για μείωση της προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας, έρχεται σε αντίθεση με τους στόχους της φαρμακευτικής στρατηγικής της ΕΕ, καθώς δεν διευκολύνει την πρόσβαση και δεν υποστηρίζει τη μακροπρόθεσμη ανταγωνιστικότητα του κλάδου των βιοεπιστημών. Η πνευματική ιδιοκτησία είναι το θεμέλιο πάνω στο οποίο οικοδομείται η ιατρική καινοτομία», σημείωσε ο κ. Παπαγιάννης.
Ειδικότερα ανέφερε ότι η πρώτη πρόκληση που προκύπτει από τη νέα πρόταση, σχετίζεται με την Καινοτομία: «Μια ανταγωνιστική καινοτόμος βιομηχανία ωφελεί όλους τους Ευρωπαίους δημιουργώντας θέσεις εργασίας και ευημερία και διασφαλίζοντας τη στρατηγική αυτονομία της ηπείρου. Είναι απαραίτητο να αυξηθούν περαιτέρω οι επενδύσεις στην καινοτομία και να προωθηθεί ένα σταθερό και προβλέψιμο περιβάλλον ανάπτυξης και διάθεσης νέων φαρμάκων», όπως είπε.
Η δεύτερη πρόκληση αφορά την ισότιμη και καθολική πρόσβαση στα φάρμακα, με απώτερο στόχο να είναι ταχύτερη και πιο δίκαιη η πρόσβαση σε αυτά για τους ασθενείς σε όλη την Ευρώπη.
Η τρίτη πρόκληση αφορά την ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης. Προκειμένου να παραμείνει η Ευρώπη προπύργιο της βιομηχανίας γύρω από την Υγεία, είναι σημαντικό, όπως είπε «να ληφθεί υπόψη η μακροπρόθεσμη ανταγωνιστικότητά της και αυτό θα πρέπει να αποτελεί σημαντικό μέρος της νομοθετικής πρότασης».
Τέλος, ο κος Παπαγιάννης τόνισε την ευκαιρία που δημιουργείται: «Περισσότεροι ασθενείς θα έχουν πρόσβαση στη θεραπεία που χρειάζονται και θα δημιουργήσουμε ένα περιβάλλον που θα τους βοηθά να ζουν περισσότερο και καλύτερα», όπως είπε.
Λαμπρίνα Μπαρμπετάκη: Ολιστική προσέγγιση του οικοσυστήματος καινοτομίας στην υγεία
Η Λαμπρίνα Μπαρμπετάκη, Πρόεδρος και Διευθύνουσα Σύμβουλος της AbbVie Ελλάδας, Κύπρου και Μάλτας από το βήμα του 8ου Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών, κατέθεσε τις προτάσεις της για τη δημιουργία προστιθέμενης αξίας για τους ασθενείς, την κοινωνία και την οικονομία μέσα από μια ολιστική προσέγγιση του οικοσυστήματος της καινοτομίας.
Συμμετέχοντας στο πάνελ με τίτλο «Strategies for Boosting Health Innovation», η κυρία Μπαρμπετάκη μίλησε για τη σημασία λειτουργίας ενός οικοσυστήματος καινοτομίας στην υγεία και εξήγησε:
«Η καινοτομία στον χώρο της υγείας δε σημαίνει μόνο καινοτόμα φάρμακα και εμβόλια, αλλά επιπρόσθετα σημαίνει διαγνωστικά, απεικονιστικά, ιατροτεχνολογικά προϊόντα, χειρουργικές τεχνικές, τεχνητή νοημοσύνη, μαζί με ολοκληρωμένα μοντέλα σχεδιασμού, παροχής, διαχείρισης και χρηματοδότησης υπηρεσιών υγείας».
Τόνισε δε πως «πρέπει να δούμε το πλαίσιο πιο ολιστικά από ότι κάνουμε έως σήμερα, με επίκεντρο πάντα τον ασθενή».
Περιγράφοντας το οικοσύστημα της καινοτομίας, η κα. Μπαρμπετάκη εστίασε σε τρία επίπεδα:
Το πρώτο επίπεδο είναι αυτό που περιλαμβάνει λύσεις για τους ασθενείς, υπηρεσίες, κλινικές μελέτες, έρευνα και ανάπτυξη, τεχνολογία, διαδικασίες. Στο στάδιο αυτό είναι σημαντική η ενεργή συμμετοχή των φαρμακευτικών εταιρειών, των ερευνητών, των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, των νοσοκομείων, των λειτουργών υγείας, των κόμβων ερευνών, των start ups.
Το δεύτερο επίπεδο, όπως ανέφερε, «είναι τα δεδομένα υγείας που δίνουν απαντήσεις σε βασικά ερωτήματα όπως π.χ. ποιος είναι ο επιπολασμός για το κάθε νόσημα, ποιος ασθενής είναι κατάλληλος για ποια θεραπευτική λύση. Τις απαντήσεις αυτές δίνουν τα δεδομένα πραγματικού κόσμου, τα «Real World Data», τα οικονομικά δεδομένα υγείας και η αξιολόγηση τεχνολογιών υγείας, τα μητρώα ασθενών και τα θεραπευτικά πρωτόκολλα, οι κανονιστικές διαδικασίες».
Το τρίτο και κομβικό επίπεδο για την επίτευξη της καινοτομίας, όπως σημείωσε η κα Μπαρμπετάκη, «είναι οι συμμαχίες και οι συνέργειες, όπως με τους συλλόγους ασθενών, τις επιστημονικές ενώσεις, τα ερευνητικά κέντρα, το κράτος και όποιους stakeholders κρίνουμε ό,τι μπορούν να συνεισφέρουν ιδέες για την καλύτερη υγεία των ασθενών».
Αναφερόμενη σε βέλτιστες πρακτικές από την εμπειρία της στο εξωτερικό που μπορούν να εφαρμοστούν στη χώρα μας, αναφέρθηκε στο παράδειγμα της επιτυχημένης συνεργασίας στο εθνικό σύστημα υγείας της Φινλανδίας για την αξιοποίηση των δεδομένων.
«Η Φινλανδία έχει δημιουργήσει το FINDATA, έναν οργανισμό που θέτει το πλαίσιο για την αποτελεσματική αξιοποίηση των RWD από δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς, στο οποίο από τις αρχές του 2020 έως τα τέλη του 2022 έχουν κατατεθεί 1.200 αιτήσεις για πρόσβαση στα δεδομένα του, ενώ περίπου 1.000 αιτήματα έχουν ήδη ικανοποιηθεί, πάντοτε υπό την απόλυτη τήρηση του Ευρωπαϊκού Κανονισμού για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Στη διετία αυτή το Findata εισέπραξε άνω των 3 εκατομμυρίων ευρώ», όπως χαρακτηριστικά ανέφερε και τόνισε ότι «αυτό είναι που θα πρέπει να δούμε για τη χώρα μας».
Έλενα Χουλιάρα: 7 σημεία για να ενισχύσουμε τη βιωσιμότητα του Εθνικού Συστήματος Υγείας
Η Πρόεδρος και Διευθύνουσα Σύμβουλος AstraZeneca Ελλάδος και Κύπρου Έλενα Χουλιάρα, συμμετείχε στη συζήτηση με τίτλο: «Building sustainable & resilient health-care systems for a safer future», αναφερόμενη στους τρόπους δημιουργίας ενός βιώσιμου και ανθεκτικού συστήματος υγείας.
«Χρειαζόμαστε ολοκληρωμένες, μακροχρόνιες πολιτικές υγείας που θα προκύπτουν από τον διάλογο μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων φορέων και θα ανταποκρίνονται στις ανάγκες του συνόλου του πληθυσμού» τόνισε η κα Χουλιάρα.
Αναλύοντας τη μελέτη για το ελληνικό σύστημα υγείας, που εκπονήθηκε στο πλαίσιο του Partnership for Health System Sustainability and Resilience (PHSSR) και αποτελεί διεθνή πρωτοβουλία του London School of Economics, του World Economic Forum και της AstraZeneca, σημείωσε:
«Σήμερα έχουμε τον τρόπο και τα εργαλεία να δράσουμε προς την ενίσχυση της βιωσιμότητας και της ανθεκτικότητας του συστήματος υγείας μας. Οι ειδικοί έχουν αναδείξει τις προτεραιότητες και, πλέον, τα συμπεράσματα της μελέτης PHSSR αποτελούν μία κοινώς αποδεκτή βάση για τη διαμόρφωση των αντίστοιχων πολιτικών».
Επεσήμανε πως η πολιτική φαρμάκου αναδείχθηκε ως ένας σημαντικός πυλώνας στην κατάρτιση ενός ολοκληρωμένου πλάνου για την υγεία.
Εμβαθύνοντας στις προτάσεις εκείνες, που θα μπορούσαν να ενισχύσουν αποτελεσματικά τη βιωσιμότητα και την ανθεκτικότητα του φαρμακευτικού κλάδου, η κα Χουλιάρια εστίασε σε 7 συγκεκριμένες βασικές προτεραιότητες:
- Κατάρτιση κειμένου εθνικής πολιτικής φαρμάκου πενταετούς διάρκειας, με τη συμμετοχή του συνόλου των εμπλεκομένων μερών
- Δημιουργία αυτόνομου και ανεξάρτητου οργανισμού Αξιολόγησης Τεχνολογιών Υγείας.
- Δημιουργία πλαισίου και μηχανισμού για την ανάλυση των δεδομένων χρήσης τεχνολογιών υγείας και τη διάθεσή τους στην επιστημονική κοινότητα
- Δημόσια διαθεσιμότητα των δεδομένων της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης και σταδιακή προσπάθεια καταγραφής θεραπευτικών εκβάσεων ώστε να συνδεθούν θεραπείες με αποτελέσματα
- Επέκταση και εμπλουτισμός ψηφιακών εργαλείων, όπως ηλεκτρονική συνταγογράφηση στα νοσοκομεία και ηλεκτρονικός φάκελος ασθενούς
- Ενίσχυση μηχανισμών ελέγχου συνταγογράφησης
- Καθιέρωση διαδικασίας ορισμού του ετήσιου ορίου δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης, με βάση τη ζήτηση, τις πραγματικές δηλαδή ανάγκες του πληθυσμού.