Το διοικητικό συμβούλιο της Ipsen ελπίζει ότι ο Loew μπορεί να ηγηθεί μιας αλλαγής πορείας για την εταιρεία.
Από τη Sanofi Pasteur, ο David Loew ανέλαβε το τιμόνι στην Ipsen. Θέση την οποία κατείχε ο Aymeric Le Chatelier, ο οποίος θήτευσε ως προσωρινός διευθύνων σύμβουλος στην Ιpsen μετά την αναχώρηση του David Meek το 2019 για την αμερικανική εταιρεία βιοτεχνολογίας FerGene.
Το διοικητικό συμβούλιο της Ipsen ελπίζει ότι ο Loew μπορεί να ηγηθεί μιας αλλαγής πορείας για την εταιρεία αφήνοντας πίσω τα διάφορα πισωγυρίσματά της, τα οποία μάλιστα τις έχουν “κοστίσει” στην τιμή της μετοχής 30% τους τελευταίους έξι μήνες.
Κατά τη διάρκεια των τεσσάρων ετών του Meek ως Διευθύνων Σύμβουλος, οι πωλήσεις της Ipsen αυξήθηκαν από 1,5 δισ. δολάρια σε πάνω από 2,8 δισ. δολάρια τροφοδοτούμενες κυρίως από το χαρτοφυλάκιο των ογκολογικών της σκευασμάτων. Η εταιρεία επέκτεινε επίσης την παγκόσμια εμβέλειά της κερδίζοντας σταθερή θέση στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα. Ωστόσο, η απόφαση του FDA των ΗΠΑ να σταματήσει τις κλινικές δοκιμές για μία θεραπεία σχετικά με μια σπάνια διαταραχή των οστών- που αποκτήθηκε μετά την αγορά της Clementia Pharmaceuticals έναντι 1,3 δισεκατομμυρίων δολαρίων της Ipsen – ήταν ένα σημαντικό πλήγμα. H Ipsen έλαβε πρόσφατα άδεια για την επανέναρξη των δοκιμών της για άτομα άνω των 14 ετών, γεγονός που αποτελεί θετικό βήμα.
Ο Loew πέρασε 20 χρόνια δουλεύοντας στο Roche, διευθύνοντας τις περιοχές της Ανατολικής Ευρώπης, της Μέσης Ανατολής και της Αφρικής πριν μετακομίσει στη Sanofi το 2013 ως ανώτερος αντιπρόεδρος εμπορικών δραστηριοτήτων για την Ευρώπη. Διορίστηκε Διευθύνων Σύμβουλος στη μονάδα εμβολίων της Sanofi, το 2016, κατά τη διάρκεια της οποίας «σχεδίασε μια επιτυχημένη παγκόσμια αναπτυξιακή στρατηγική μέσω εξαγορών και συμφωνιών αδειοδότησης». Πιο πρόσφατα, ήταν στο τιμόνι σε μια από τις πιο προηγμένες προσπάθειες για τη δημιουργία εμβολίου κατά του COVID-19.
Η νέα αποστολή του Loew θα είναι να διασφαλίσει τη συνεχή ανάπτυξη της Ipsen, η οποία επικεντρώνεται σε τρεις θεραπευτικές περιοχές: την ογκολογία, τις νευροεπιστήμες και τις σπάνιες παθήσεις.
Πηγή: iatronet.gr