Blog

«Θερίζουν στα βουβά» οι ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις, χωρίς «νεότερα» αντιβιοτικά οι γιατροί

Τουλάχιστον 2.500 συνάνθρωποι μας εκτιμάται ότι χάνουν τη ζωή τους ετησίως από ενδονοσοκομειακή λοίμωξη στην Ελλάδα. Πρόκειται για αριθμό που, απουσίας δεδομένων, βασίζεται σε επιδημιολογικά μοντέλα. Στη συντριπτική πλειονότητα η αιτία θανάτου που καταγράφεται είναι η αιτία εισαγωγής και όχι η λοίμωξη.

Στις πρώτες θέσεις στις ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις και τη μικροβιακή αντοχή στην Ευρώπη, η χώρα μας μοιάζει να μένει πίσω στη διαχείριση του προβλήματος, το οποίο επιδεινώνεται διαρκώς, λόγω και της έλλειψης νέας κατηγορίας αποτελεσματικών αντιβιοτικών.

Αντιστροφή στην κατάσταση εκτιμάται ότι θα αποτελέσει ένα Εθνικό Σχέδιο Δράσης, μια πλήρης στρατηγική προσέγγιση, στην οποία θα συμβάλλουν όλοι οι εμπλεκόμενοι: πολιτεία, φορείς, επιστήμονες και φαρμακευτικές εταιρείες.

Το πρόβλημα

Μικροβιακή αντοχή είναι η ικανότητα των μικροοργανισμών, όπως τα βακτήρια, να γίνονται όλο και πιο ανθεκτικά σε ένα αντιμικροβιακό στο οποίο ήταν αρχικά ευαίσθητα. Και τα βακτήρια καταφέρνουν σχεδόν πάντα να γίνουν ανθεκτικά. Έχουν μάθει να προσαρμόζονται, να επιβιώνουν όπως ανέφερε ο Καθηγητής Παθολογίας Λοιμωξιολογίας στην Ιατρική Σχολή του ΕΚΠΑ και πρόεδρος της Επιστημονικής Εταιρείας Λοιμώξεων (ΕΕΛ), Νικόλαος Σύψας, σε δημοσιογραφική εκδήλωση.

Η μικροβιακή αντοχή προκαλεί περίπου 1,27 εκατ. θανάτους ετησίως διεθνώς, 33 χιλιάδες στην Ευρώπη και 2,5 χιλιάδες στην Ελλάδα.

Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία από τον ΕΟΔΥ από το 2000 έως το 2018 η αντίσταση των παθογόνων στα αντιβιοτικά στη χώρα μας αυξήθηκε κατά 46%, ενώ μόνο το 2020 είχαμε σχεδόν 41.000 λοιμώξεις από πολυανθεκτικά μικρόβια, καταγράφοντας αύξηση 76% σε σύγκριση με το 2016.

Ελληνικά νοσοκομεία

Η Ελλάδα είναι 1η στην Ευρωπαϊκή Ένωση σε κατανάλωση αντιβιοτικών στην κοινότητα και 6η στην ενδονοσοκομειακή κατανάλωση. Ειδικά σε ό,τι αφορά στα νοσοκομειακά παθογόνα, το 2023 καταγράφηκαν οι διπλάσιες από τον μέσο όρο της ΕΕ Λοιμώξεις Σχετιζόμενες με τη Φροντίδα Υγείας (ΛΣΦΥ).

Μικρόβια όπως τα Klebsiella pneumoniae, Acinetobacter baumannii και Pseudomonas aeruginosa εμφανίζουν αντοχή σε πολλαπλές κλάσεις αντιβιοτικών στα ελληνικά νοσοκομεία, περιορίζοντας δραματικά τις θεραπευτικές επιλογές.

Η κατάσταση αυτή οδήγησε πέρσι το ECDC να πραγματοποιήσει αυτοψία με ειδικούς επιστήμονες στα ελληνικά νοσοκομεία. Αποτέλεσμα της επίσκεψης ήταν έκθεση που χαρακτήριζε Ελλάδα «unsafe place for patients», δηλαδή «μη ασφαλές μέρος για ασθενείς».

Σύστηνε, μάλιστα, την προληπτική απομόνωση ασθενών που επιστρέφουν από νοσηλεία στην Ελλάδα, εξαιτίας του κινδύνου μετάδοσης πολυανθεκτικών παθογόνων.

Η απουσία αποτελεσματικότερων αντιβιοτικών και η ικανότητα των βακτηρίων να αναπτύσσουν αντοχή στα αντιμικροβιακά σε συνδυασμό με την τη νοοτροπία της λανθασμένης χρήσης και υπερκατανάλωσης αντιβιοτικών, καθώς και της υποστελέχωσης στις μονάδες υγείας φουντώνουν το πρόβλημα της μικροβιακής αντοχής.

Η έλλειψη επαρκούς προσωπικού ενισχύει φαινόμενα προβληματικής τήρησης των κανόνων υγιεινής. Είναι ενδεικτικό ότι το ποσοστό συμμόρφωσης των επαγγελματικών υγείας των νοσοκομείων στους κανόνες είναι μόλις το 30%. Σε αυτά προστίθεται και η έλλειψη ποιοτικών δεδομένων, όπως εξήγησε ο κ. Σύψας.

Όπως τόνισε και ο πρόεδρος της ΕΕΛ, βέβαια, το πρόβλημα της μικροβιακής αντοχής επιτείνεται και από την υπερκατανάλωση αντιβιοτικών, όχι μόνο από τους ανθρώπους αλλά και στην κτηνοτροφία και τη γεωργία. Για αυτό και οποια στρατηγική προσέγγιση θα πρέπει να αγγίζει κάθε πλευρά, στα βήματα της Ενιαίας Υγείας (One Health).

Αν δεν αναστραφεί η κατάσταση εκτιμάται ότι το 2050 η μικροβιακή αντοχή θα ευθύνεται για 10 εκατ. θανάτους διεθνώς, 390 χιλιάδες στην Ευρώπη ενώ η απώλειες ΑΕΠ λόγω της θνησιμότητας αυτής θα ανέρχεται σε 100,2 τρισεκατομμύρια δολάρια.

Κεφάλαιο αντιβιοτικά

Το ζητούμενο της μηδαμινής ανάπτυξης νέων αντιβιοτικών και συγκεκριμένα νέων κατηγοριών αντιβιοτικών, η δράση των οποίων θα ήταν «άγνωστη» στους μικροοργανισμούς, έχει τεθεί χρόνια τώρα και από τους Έλληνες νοσοκομειακούς γιατρούς.

Η ανησυχία μόνο μεγαλώνει όσο μικρόβια και βακτήρια που ενδημούν στα ελληνικά νοσοκομεία, όπως είναι το ασινετομπάκτερ, η κλεμπσιέλλα και οι ψευδομονάδες καθίστανται ακόμη πιο «άτρωτα» στις γνωστές φαρμακευτικές προσεγγίσεις.

Αποτελεσματικά -άλλοτε- αντιβιοτικά, όπως, οι καρβαπενέμες, οι τρίτης γενιάς κεφαλοσπορίνες και οι φθοριοκινολόνες παρουσιάζουν σήμερα ισχνή αποτελεσματικότητα απέναντι στα παθογόνα που αντιστέκονται με επιτυχία!

Οι γιατροί συχνά αναγκάζονται να καταφύγουν σε παλαιά, τοξικά ή λιγότερο αποτελεσματικά φάρμακα ως τελευταία αν όχι μοναδική γραμμή επίθεσης.

Μια επιστροφή σε εποχή πριν από τα αντιβιοτικά εκτιμάται ότι μπορεί να οδηγήσει το 40% των ανθρώπων να καταλήγουν από λοιμώξεις.

«Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι τα αντιβιοτικά τελειώσανε. Επί της ουσίας, δεν υπάρχει κανένα νέο αντιβιοτικό. Και γιατί δεν υπάρχει κανένα νέο αντιβιοτικό; Γιατί καταστρέψαμε αυτά που είχαμε και γιατί καμία φαρμακευτική εταιρεία δεν επενδύει, γιατί είναι πάρα πολύ μεγάλο το κόστος για να βγουν νέα αντιβιοτικά», είπε ο κ. Σύψας.

Η έρευνα και ανάπτυξη νέων αντιβιοτικών, πέραν των οικονομικών, συναντά και μια σειρά από άλλες προκλήσεις.

Ρυθμιστικές, λόγω της πολυπλοκότητας των μελετών, τις χρονοβόρες διαδικασίες, τον παραδοσιακό σχεδιασμό κλινικών μελετών, αλλά και κλινικές καθώς τα αντιβιοτικά πρέπει να χρησιμοποιούνται για ένα σύντομο χρονικό διάστημα και ως τελευταία επιλογή, για να μην «καεί» η δράση τους, δεδομένης και της ταχείας επαγωγής αντοχής. Επίσης, υπάρχουν και επιστημονικές προκλήσεις καθώς η εύρεση μορίων με «καλή» συμπεριφορά που σκοτώνουν τα βακτήρια είναι πολύ δύσκολη.

Για την εύρεση 6 κλινικά σημαντικών αντιβιοτικών σε μια 10ετία απαιτούνται περισσότερα από 6 χιλιάδες βασικά ερευνητικά προγράμματα.

Το επόμενο κεφάλαιο

Η ανάγκη ανάπτυξης νέων αντιβιοτικών και ιδιαίτερα νέων κλάσεων αντιβιοτικών είναι παραπάνω από επιτακτική. Ωστόσο, οι εγγενείς δυσκολίες στην ανάπτυξη νέων φαρμάκων και δη αντιβιοτικών, σε συνδυασμό με το χαμηλό οικονομικό όφελος φαίνεται να αποθαρρύνει τις φαρμακευτικές εταιρείες να επενδύσουν.

Η ανάπτυξη ενός νέου αντιβιοτικού προσεγγίζει το 1,5 δισ. δολάρια και λόγω των ορθών περιορισμών στη χρήση για τη διαχείριση ανάπτυξης αντοχής, τα έσοδα είναι ελάχιστα. Μικρότερες και νεοφυείς εταιρείες που ανέπτυξαν νέα αντιβιοτικά, στη συνέχεια χρεοκόπησαν.

Ειδικά στην περίπτωση της Ελλάδας, δεν παράγονται νέα φάρμακα ή νέα καινοτόμα αντιβιοτικά δεν έχουν πάρει τιμή για να κυκλοφορήσουν στη χώρα μας και εισάγονται με το σταγονόμετρο μέσω ΙΦΕΤ και ΕΟΦ και ταυτόχρονα φθηνά και πολύτιμα για τους ασθενείς αντιβιοτικά δεν παράγονται από εταιρείες λόγω έλλειψης οικονομικού κινήτρου, όπως εξήγησε ο κ. Σύψας.

«Η κυβέρνηση απαιτείται να εκπονήσει ένα σοβαρό στρατηγικό σχέδιο, για την ανάπτυξη και εισαγωγή αντιβιοτικών ώστε να ισχυροποιηθεί η προσπάθεια μας της χώρας μας στον τομέα αυτό», εξήγησε.

Κίνητρα

Η παροχή κινήτρων για την αλλαγή της πορείας κρίνεται απαραίτητη. Το αναγνώρισε και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία στην πρόταση της για αναθεώρηση της Ευρωπαϊκής Φαρμακευτικής Νομοθεσίας εισήγαγε τα κουπόνια μεταβίβασης αποκλειστικότητας, γνωστά και ως TEV (Transfer Exclusivity Vouchers). Με τα TEV, μια φαρμακευτική εταιρεία λαμβάνει ένα χρόνο παράτασης στην περίοδο προστασίας των πνευματικών δικαιωμάτων όταν αναπτύσσουν ένα νέο αντιβιοτικό. Αυτό το κουπόνι μπορεί να χρησιμοποιηθεί για το ίδιο το φάρμακο (δηλαδή να διατηρήσουν την αποκλειστική ανάπτυξη και διάθεση του στις αγορές) ή για άλλο φάρμακο ή ακόμη και να το πουλήσουν σε άλλη εταιρεία.

Ο Σύνδεσμος Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΦΕΕ) έχει αναπτύξει μια σειρά από συστάσεις, όπως ανέφερε ο Αντώνης Φουστέρης, Director Policy & Public Affairs της Pfizer, ο οποίος υπογράμμισε πως το πρόβλημα έχει τόσο μεγάλες διαστάσεις που η μόνη λύση φαίνεται να είναι η παροχή κινήτρων.

Στις συστάσεις του ΣΦΕΕ περιλαμβάνονται:

  • Εφαρμογή Μεταβιβάσιμων Κουπονιών Αποκλειστικότητας (Transfer Exclusivity Vouchers): Η θέσπιση ενός πλαισίου που θα επιτρέπει στις εταιρείες να επεκτείνουν την περίοδο αποκλειστικότητας ενός άλλου προϊόντος στο χαρτοφυλάκιό τους με αντάλλαγμα την ανάπτυξη ενός νέου αντιβιοτικού. Στόχος: Να παρέχεται σημαντική οικονομική ανταμοιβή και να αντισταθμιστεί το υψηλό κόστος R&D και ρίσκο που σχετίζεται με τα νέα αντιβιοτικά.
  • Μοντέλα Συνδρομητικής Πληρωμής: Υιοθέτηση μοντέλων συνδρομητικής πληρωμής, προσφέροντας στις εταιρείες σταθερή ετήσια πληρωμή με αντάλλαγμα τη διατήρηση της διαθεσιμότητάς του νέου αντιβιοτικού. Στόχος: Η αποσύνδεση των εσόδων από τον όγκο των πωλήσεων, διασφαλίζοντας σταθερή πρόσβαση στα κρίσιμα αντιβιοτικά.
  • Ενίσχυση του ρυθμιστικού πλαισίου έγκρισης και των κινήτρων: Απλοποίηση των διαδικασιών έγκρισης για νέα αντιβιοτικά, με παροχή επιταχυνόμενων διαδικασιών αναθεώρησης και πρόσθετων ρυθμιστικών κίνητρων (π.χ. εκτεταμένες περιόδους αποκλειστικότητας) για να ενθαρρυνθεί η ανάπτυξη τους. Στόχος: Η μείωση του χρόνου εισόδου στην αγορά για τα αντιβιοτικά και η βελτίωση της οικονομικής ελκυστικότητας για τις φαρμακευτικές εταιρείες.
  • Ενίσχυση της πρόσβασης : Απλοποίηση των διαδικασιών αποζημίωσης για νέα αντιβιοτικά, πρόβλεψη επιταχυνόμενων διαδικασιών πρόσβασης και παροχή επιπρόσθετων κινήτρων (π.χ. διαφοροποιημένο καθεστώς αυτόματων επιστροφών). Στόχος: η Ελλάδα να γίνει ανταγωνιστική αγορά για νέα καινοτόμα αντιβιοτικά, διευκολύνοντας την πρόσβαση και την διαθεσιμότητα τους.
  • Διασφάλιση βιώσιμων πηγών χρηματοδότησης: Δημιουργία ειδικών ταμείων έρευνας για την ΜΑ που θα διασφαλίζουν τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των προγραμμάτων κινήτρων έλξης. Στόχος: Να διασφαλιστεί σταθερή χρηματοδότηση, προάγοντας συνεχή καινοτομία και επενδύσεις στην έρευνα για την AM.
  • Συμμετοχή όλων των εμπλεκόμενων φορέων: Εφαρμογή τακτικών διαβουλεύσεων με τις φαρμακευτικές εταιρείες, τους παρόχους υγειονομικής περίθαλψης, τις ενώσεις ασθενών και άλλους βασικούς φορείς για να διασφαλισθεί ότι οι πολιτικές κινήτρων σχεδιάζονται και υλοποιούνται αποτελεσματικά. Στόχος: Δημιουργία ενός συνεργατικού πλαισίου που αντανακλά τις προοπτικές και τις ανάγκες όλων των φορέων.
Πηγή: news4health.gr
Facebook
LinkedIn
X