Ξεπέρασαν τα επίπεδα των 2,7 δισ. ευρώ το 2021 οι συνολικές αγορές υλικών και υπηρεσιών από τα νοσοκομεία του ΕΣΥ, ποσό ιδιαίτερα υψηλό σε σχέση με τις δαπάνες προηγούμενων ετών. Από το συνολικό αυτό ποσό, το οποίο είναι αυξημένο κατά 13,7% σε σχέση με το 2020, το 69% αφορούσε σε αγορές για υλικά και φάρμακα.
Ειδικότερα, σύμφωνα με το «Σύστημα Επιχειρηματικής Ευφυΐας (Bi-Health) – Εισαγωγή Στοιχείων Μονάδων Υγείας» του Υπουργείου Υγείας, το σύνολο των δαπανών των νοσοκομείων των 7 Υγειονομικών Υπηρεσιών της Ελλάδας (ΥΠΕ) για υλικά και υπηρεσίες αλλά και για συγκεκριμένες κατηγορίες μισθοδοσίας (όχι τη βασική), διαμορφώθηκε πέρυσι στα 2.737 εκατ. ευρώ έναντι 2.409 εκατ. ευρώ το 2020, 2.337 εκατ. ευρώ το 2019, 2.072 εκατ. ευρώ το 2018, 1.995 εκατ. ευρώ το 2017 και 1.900 εκατ. ευρώ το 2016.
Ειδικότερα, πέρυσι οι δαπάνες για αγορά Πρώτων και Βοηθητικών Υλών από τα νοσοκομεία, έφτασε στα 1.890 εκατ. ευρώ, από 1,686 εκατ. ευρώ το 2020, 1.655 εκατ. ευρώ το 2019, 1.433 εκατ. ευρώ το 2018, 1.372 εκατ. ευρώ το 2017 και 1.265 εκατ. ευρώ το 2016. Στις συγκεκριμένες υποκατηγορίες αγορών, τα 1.077 εκατ. ευρώ αφορούσαν σε φάρμακα (977 εκατ. ευρώ το 2020, 922 εκατ. ευρώ το 2019, 821 εκατ. ευρώ το 2018, 763 εκατ. ευρώ το 2017 και 682 εκατ. ευρώ το 2016), τα 490 εκατ. ευρώ σε υγειονομικό υλικό (421 εκατ. ευρώ το 2020, 418 εκατ. ευρώ το 2019, 334 εκατ. ευρώ το 2018, 329 εκατ. ευρώ το 2017 και 308 εκατ. ευρώ το 2016), τα 89,5 εκατ. ευρώ σε ορθοπεδικό υλικό (79,2 εκατ. ευρώ το 2020, 90,7 εκατ. ευρώ το 2019, 70,8 εκατ. ευρώ το 2018, 67,7 εκατ. ευρώ το 2017 και 62,1 εκατ. ευρώ το 2016), τα 176 εκατ. ευρώ σε αντιδραστήρια (151 εκατ. ευρώ το 2020, 155,6 εκατ. ευρώ το 2019 και 143,2 εκατ. ευρώ, 143,7 εκατ. ευρώ και 138,3 εκατ. ευρώ την προηγούμενη τριετία), ενώ για τα λοιπά υλικά το ποσό ήταν 57, 1 εκατ. ευρώ σχεδόν όσο το 2020 (68,2 εκατ. ευρώ, 63,2 εκατ. ευρώ, 68,7 εκατ. ευρώ και 74,4 εκατ. ευρώ αντίστοιχα την τετραετία που προηγήθηκε).
Φαίνεται ξεκάθαρα πως η διαχείριση του κορονοϊού, εκτίναξε τα έξοδα των νοσοκομείων. Να σημειωθεί ότι η κρίση είχε προκαλέσει σημαντική συρρίκνωση των αγορών με αποτέλεσμα το 2015 αυτές να είναι χαμηλότερες από 1,1 δισ. ευρώ. Σταδιακά η κατάσταση βελτιώθηκε ενώ η πανδημία προκάλεσε αναγκαστικά επιπλέον έξοδα.
Εδώ δεν θα πρέπει να μη μας διαφεύγει βέβαια το γεγονός ότι ήδη από το 2016 υπάρχει clawback στα νοσοκομειακά φάρμακα κι έτσι μπορεί μεν τα νοσοκομεία να προμηθεύτηκαν φάρμακα της τάξης των 5,2 δισ. ευρώ την προηγούμενη εξαετία, όμως σχεδόν τα μισά τα επιβαρύνθηκαν ως clawback οι φαρμακευτικές εταιρείες.
Συνολικά πάντως τα τελευταία χρόνια, φαίνεται να επιχειρείται ένα νοικοκύρεμα στα οικονομικά των νοσοκομείων και επί της ουσίας πέρυσι επιτεύχθηκε μια σχετική ισορροπία παρά τους κλυδωνισμούς που προκάλεσε η επιδημία. Βέβαια να σημειώσουμε ότι πέρυσι υπήρξαν και σημαντικές δωρεές που σε ένα βαθμό μείωσαν και τα κόστη για τη διαχείριση περιστατικών covid.
Επιστολή ΠΕΦ
Αναφορικά με τα μέτρα φαρμακευτικής πολιτικής που ψηφίστηκαν πρόσφατα στο Νόμο Γιατρός για Όλους, Ισότιμη και Ποιοτική Πρόσβαση στις Υπηρεσίες του Εθνικού Οργανισμού Παροχής Υπηρεσιών Υγείας και στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας και άλλες Διατάξεις, η ΠΕΦ σημειώνει τα εξής:
• Εδώ και πολύ καιρό επισημαίνουμε την σημαντική υποχρηματοδότηση της φαρμακευτικής δαπάνης. Είναι λοιπόν ξεκάθαρο ότι βασικός στόχος όλων θα πρέπει να είναι η διασφάλιση της ενίσχυσης του προϋπολογισμού για το φάρμακο.
• Κάποια από τα νέα μέτρα φαρμακευτικής πολιτικής που ψηφίστηκαν πρόσφατα κινούνται προς την σωστή κατεύθυνση της βελτίωσης της πρόσβασης των ασθενών σε όλα τα φάρμακα και στις νέες θεραπείες. Παράλληλα οδηγούν στον εξορθολογισμό της δαπάνης και στη διασφάλιση της βιωσιμότητας των οικονομικών φαρμάκων, ειδικά στα νοσοκομεία.
• Τα δεδομένα της φαρμακευτικής δαπάνης είναι καταλυτικά και δείχνουν ότι η αύξηση του clawback οφείλεται στην ανεξέλεγκτη υποκατάσταση των οικονομικών φαρμάκων από νεότερα ακριβότερα. Ειδικά κατά την τελευταία πενταετία, έγιναν σημαντικές μειώσεις τιμών που εστίασαν μονομερώς στα παλαιά φάρμακα. Δυστυχώς όμως, η υποκατάσταση εξανέμισε 600 εκατ. ευρώ εξοικονομήσεων λόγω των μειώσεων τιμών και το clawback αυξήθηκε.
• Όποιοι λοιπόν προτείνουν την ίδια αποτυχημένη συνταγή των μειώσεων τιμών μόνο στα παλιά φάρμακα ως δήθεν λύση για τον περιορισμό του clawback, στην πράξη επιθυμούν τη διατήρηση των ολιγοπωλιακών καταστάσεων που οδήγησαν το clawback σε αυτά τα ύψη. Όσοι αναφέρονται στη δήθεν προστασία των παλαιών φαρμάκων των 5-7 ευρώ επιθυμούν την παράταση της προνομιακής μεταχείρισης σε κάποιες κατηγορίες φαρμάκων. Αντίθετα, θα πρέπει να τερματιστεί η προστασία της ανεξέλεγκτης χρήσης κάποιων ακριβών νέων φαρμάκων.
• Η πολύ υψηλή άμεση και έμμεση υπερφορολόγηση αποτελεί βάρος για όλες τις φαρμακευτικές εταιρείες ελληνικές και ξένες και θέτει σε κίνδυνο τις επενδύσεις τους. Ειδικά για τις ελληνικές φαρμακοβιομηχανίες που διαθέτουν χιλιάδες θέσεις εργασίας και υλοποιούν σημαντικά επενδυτικά προγράμματα το βάρος αυτό είναι δυσβάστακτο.
• Στο πλαίσιο αυτό, θεωρούμε ότι η ουσιαστική αντιμετώπιση της υπερφορολόγησης προϋποθέτει αφενός την επαρκή χρηματοδότηση της φαρμακευτικής δαπάνης που εξακολουθεί να βρίσκεται σε πολύ χαμηλά επίπεδα και αφετέρου τον έλεγχο της συνταγογράφησης και αποζημίωσης μέσω της ψηφιοποίησης του συστήματος φαρμακευτικής φροντίδας.
• Τα ανωτέρω, σε συνδυασμό με την παροχή ουσιαστικών κινήτρων για την επιλογή οικονομικότερων φαρμάκων όπου είναι διαθέσιμες, μπορούν να βελτιώσουν σημαντικά την οικονομική αποδοτικότητα του συστήματος, και παράλληλα να διασφαλίσουν την πρόσβαση των ασθενών σε κάθε απαραίτητη θεραπεία.
Πηγή: healthmag.gr