Η κάλυψη των δαπανών αυτών έγινε σε ποσοστό σχεδόν 38% από τους ίδιους τους ασθενείς (με βάση στοιχεία για το 2021), ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στον μέσο όρο του ΟΟΣΑ ήταν περίπου 24%.
Από την έκθεση προκύπτει, επίσης, ότι στην Ελλάδα σημειώθηκε η μεγαλύτερη αύξηση των θανάτων πέρυσι (λαμβανομένης υπόψη της αύξησης του πληθυσμού), με τη συνολική θνησιμότητα να αυξάνεται 12,2% σε σύγκριση με τον μέσο όρο της περιόδου 2015-2019. Αυτό αποδίδεται στον μεγάλο αριθμό των θανάτων από κορονοϊό στο πρώτο διάστημα του έτους αλλά, καθώς οι θάνατοι κορυφώθηκαν το καλοκαίρι, πιθανόν και στο θερινό κύμα καύσωνα.
Γιατροί και νοσηλευτές
Από την έκθεση επιβεβαιώνεται επίσης ότι η Ελλάδα έχει αναλογικά πολλούς γιατρούς αλλά και πολύ λίγο νοσηλευτικό προσωπικό. Συγκεκριμένα, ο αριθμός των γιατρών ανά 1.000 κατοίκους ήταν 6,3 στην Ελλάδα έναντι 3,7 στον ΟΟΣΑ, ενώ αντίθετα υπήρχαν μόνο 3,8 νοσηλευτές ανά 1.000 κατοίκους έναντι 9,2 στον ΟΟΣΑ.
Ο αριθμός των γιατρών στην Ελλάδα ήταν αναλογικά ο υψηλότερος μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ, αλλά η έκθεση σημειώνει ότι ο αριθμός μπορεί να είναι υπερεκτιμημένος καθώς περιλαμβάνει όλους τους γιατρούς που έχουν άδεια άσκηση επαγγέλματος.
Σε ό,τι αφορά τον αριθμό των νοσοκομειακών κλινών, η Ελλάδα βρίσκεται ακριβώς στον μέσο όρο του ΟΟΣΑ με 4,3 κλίνες ανά 1.000 κατοίκους.
Η ικανοποίηση των Ελλήνων από τις υπηρεσίες υγείας ήταν σημαντικά χαμηλότερη από τον μέσο όρο στον ΟΟΣΑ (44% έναντι 66,8%).
Ενας στους τέσσερις Ελληνες (24,9%) είναι καπνιστής έναντι 16% στον ΟΟΣΑ, ενώ το ποσοστό των Ελλήνων που είναι αλκοολικοί είναι χαμηλότερο (6,3% έναντι 8,6% στον ΟΟΣΑ).
Η έκθεση τονίζει ότι τα συστήματα στις χώρες του ΟΟΣΑ αντιμετωπίζουν νέα οικονομική πίεση. Οι δαπάνες για υγειονομική φροντίδα στις χώρες του το 2022 υποχώρησαν στο 9,2% του ΑΕΠ, μειωμένες σε σχέση με το 9,7% το 2021. Οι μεγαλύτερες κατά κεφαλή δαπάνες καταγράφηκαν στις ΗΠΑ, την Ελβετία και τη Γερμανία.
«Εν μέσω της αυξημένης ζήτησης για υπηρεσίες ως αποτέλεσμα του συνδυασμένου αποτελέσματος από τη γήρανση του πληθυσμού και τα μη υγιεινά πρότυπα ζωής, τα συστήματα υγείας πρέπει να διευκολύνουν μία καλύτερη και πιο έγκαιρη πρόσβαση σε προσιτή υγειονομική φροντίδα, ενώ παράλληλα θα αντιμετωπίζουν τις συνεχιζόμενες συνέπειες της Covid-19 στην ψυχική και φυσική υγεία», δήλωσε ο γενικός γραμματέας του ΟΟΣΑ, Ματίας Κόρμαν. Πρόσθεσε επίσης ότι οι βασικοί δείκτες υγείας δείχνουν ότι οι κοινωνίες δεν έχουν συνέλθει πλήρως από την πανδημία, καθώς πολλά άτομα συνεχίζουν να πάσχουν ψυχικά και φυσικά.
Πηγή: healthmag.gr