Μαύρα είναι τα μαντάτα για τις οικονομικές εξελίξεις στο σύστημα υγείας στην Ελλάδα από την έκθεση της ΕΕ, που αφορά την πορεία της ελληνικής οικονομίας. Η έκθεση περιγράφει με μελανά χρώματα τις καθυστερήσεις, που παρατηρούνται στην υλοποίηση της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, στην εφαρμογή κεντρικών προμηθειών στα νοσοκομεία και στο γεγονός ότι έχει ξεφύγει η κατανάλωση φαρμάκων και δεν εισπράττεται το clawback από τους ιδιωτικούς παρόχους!
Η έκθεση δημοσιοποιήθηκε το Σεπτέμβριο, αλλά πέρασε στα ψιλά, λόγω της πανδημίας. Φέρει τον τίτλο: “Enhanced Surveillance Report – Greece, September 2020” και στις 115 σελίδες του αναλύεται η κατάσταση στην Ελλάδα. Αποτελεί μέρος της στενής παρακολούθησης της Ελλάδας από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και είναι η 7η κατά σειρά. Βασίστηκε στις συζητήσεις που είχαν οι συντάκτες με τις ελληνικές αρχές στις 13-14 Ιουλίου, αλλά και στις συνεχείς επαφές που έχουν οι δύο πλευρές.
Σε γενικές γραμμές, η έκθεση είναι θετική για την πορεία υλοποίησης ορισμένων μεταρρυθμίσεων και κάνει ειδική αναφορά για την οριστικοποίηση της πολυαναμενόμενης νομοθετικής πρότασης για την πλήρη αναμόρφωση της νομοθεσίας περί αφερεγγυότητας. Αναγνωρίζει ως θετικό ότι οι ελληνικές αρχές έχουν επίσης εισαγάγει ένα νέο, ευρύτερο πρόγραμμα προσωρινής απασχόλησης μικρής διάρκειας, παρέχοντας ευελιξία στις εταιρείες να προσαρμόζουν τις ώρες εργασίας και την αποζημίωση στους εργαζομένους για τις ώρες που δεν εργάστηκαν.
Πρωτοβάθμια Φροντίδα
Στον τομέα της υγείας, όμως, τα νέα δεν είναι καλά. Βέβαια, η έκθεση αναγνωρίζει ότι η χώρα μας τα πήγε καλά στο πρώτο κύμα της πανδημίας και ότι η κυβέρνηση έκανε προσπάθειες να ενισχύσει ουσιαστικά το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης για την αντιμετώπιση της πανδημίας, συμπεριλαμβανομένης της ευρύτερης χρήσης ψηφιακών εργαλείων.
Όμως, καταγράφει πισωγυρίσματα και καθυστερήσεις πρώτα πρώτα στον τομέα της πρωτοβάθμιας φροντίδας. Επίσης, αναφέρεται ξεκάθαρα ότι η κυβέρνηση εγκαταλείπει το μοντέλο των ΤΟΜΥ, που σχεδίασε ο ΣΥΡΙΖΑ και μελετά ένα σύστημα, που θα περιλαμβάνει συμβάσεις με τον ιδιωτικό τομέα. Μάλιστα, αναφέρει ρητά ότι οι ελληνικές αρχές ενθαρρύνονται να εφαρμόσουν το gatekeeping. To μέτρο αυτό είναι casus belli για τους ιατρικούς φορείς, που στην πλειοψηφία τους μετέχου συνδικαλιστές της ΝΔ και φυσικά αναμένουμε με ενδιαφέρον τις επιλογές της κυβέρνησης.
Ειδικότερα, η έκθεση μεταξύ άλλων αναφέρει χαρακτηριστικά:
“Ο επανασχεδιασμός του συστήματος πρωτοβάθμιας περίθαλψης, μια ειδική δέσμευση για τα μέσα του 2020, θα χρειαστεί πολύ περισσότερο χρόνο για να εφαρμοστεί. Οι νομοθετικές αλλαγές βρίσκονται ακόμη σε στάδιο σύνταξης, με την υιοθέτηση να αναμένεται όχι πριν από την άνοιξη του 2021. Η μεταρρύθμιση, η οποία ξεκίνησε το 2018, στοχεύει στη δημιουργία ενός ολοκληρωμένου συστήματος πρωτοβάθμιας υγειονομικής περίθαλψης με υποχρεωτική εγγραφή ολόκληρου του πληθυσμού σε έναν οικογενειακό γιατρό, ο οποίος θα αποτελεί το πρώτο σημείο επαφής για τον ασθενή και θα εφαρμοστεί υποχρεωτικό gatekeeping.
Με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες, τα περισσότερα από τα στοιχεία της μεταρρύθμισης σχεδιάζεται να επανασχεδιαστούν και η διάθεση του συστήματος αναστέλλεται έως ότου καθοριστεί ένα νέο μοντέλο. Οι αρχές ενθαρρύνονται να διατηρήσουν τα στοιχεία της υποχρεωτικής εγγραφής και του gatekeeping, τα οποία είναι καθοριστικής σημασίας για την επιτυχή καθιέρωση ενός ισχυρού και εύρυθμου συστήματος πρωτοβάθμιας περίθαλψης, καθώς συμβάλλουν στην εξασφάλιση ίσης πρόσβασης και στην προστασία του πληθυσμού από τη ζήτηση που προκαλείται από την προσφορά και το οικονομικό βάρος που μπορεί να αποφευχθεί, το οποίο αποτελεί αυξανόμενη πηγή ανησυχίας στο τρέχον σύστημα. Ωστόσο, το σύστημα έχει προγραμματιστεί να επιστρέψει στο μοντέλο πριν από τη μεταρρύθμιση (αναφέρεται στις ΤΟΜΥ), πηγαίνοντας στην αποζημίωση κατά πράξη για οικογενειακούς γιατρούς (με μέγιστο αριθμό επισκέψεων 200 ανά μήνα). Είναι ένα βήμα πίσω που κρίθηκε απαραίτητο για την αντιμετώπιση της πανδημίας και θα επιτρέψει να διπλασιαστεί ο αριθμός των οικογενειακών ιατρών που έχουν συμβληθεί με τον ΕΟΠΥΥ.
Οι αρχές σκοπεύουν να βασίζονται σταθερά σε εταιρικές σχέσεις δημόσιου-ιδιωτικού τομέα και συμβασιούχους ιδιωτικούς ιατρούς, αντί να δημιουργούν μια δημόσια δομή, για την παροχή πρωτοβάθμιων υπηρεσιών υγείας. Ο επανασχεδιασμός της μεταρρύθμισης θα απαιτήσει αναπροσαρμογή της δέσμευσης για το 2021. Οι αρχές σκοπεύουν να επαναλάβουν την ανάπτυξη του δικτύου πρωτοβάθμιας περίθαλψης το νωρίτερο την άνοιξη του 2021, δεδομένης της ανάγκης να επικεντρωθούν οι προσπάθειες στην πανδημία.
Στο Υπουργείο Υγείας δημιουργήθηκε μια νέα Γενική Γραμματεία με αποκλειστική ευθύνη για την υλοποίηση της μεταρρύθμισης στην πρωτοβάθμια υγεία. Ο στόχος πρέπει να παραμείνει η δημιουργία ενός ολοκληρωμένου συστήματος πρωτοβάθμιας υγείας, που θα παρέχει πλήρη κάλυψη πληθυσμού, υποχρεωτική εγγραφή και gatekeeping για την αντιμετώπιση της ζήτησης που προκαλείται από την προσφορά, βελτιώνοντας τόσο την πρόσβαση όσο και τη συνολική αποτελεσματικότητα του συστήματος υγειονομικής περίθαλψης”.
Σύστημα προμηθειών
Καθυστερήσεις διαπιστώνονται και στην υλοποίηση νέου συστήματος κεντρικοποίησης των προμηθειών των νοσοκομείων. Προαναγγέλει νέο νόμο για το θέμα που θα πρέπει να εγκριθεί μέχρι το Δεκέμβριο. Αποκαλύπτει ακόμη ότι το υπουργείο Υγείας έχει εθνικό σχέδιο (εμείς πάντως δεν το έχουμε δει ακόμη), το οποίο προβλέπει ότι έως το 2022 το 40% των συνολικών δαπανών των νοσοκομείων του ΕΣΥ θα γίνονται με κεντρικές προμήθειες.
Η έκθεση αναφέρει μεταξύ άλλων για το θέμα:
“Οι κεντρικές συμβάσεις, μια ειδική δέσμευση για τα μέσα του 2020, υλοποιούνται ήδη εν μέρει και η συνολική σύσταση της Εθνικής Αρχής (ΕΚΑΠΥ) προχωρά, αλλά δεν έχει ολοκληρωθεί επίσης λόγω καθυστερήσεων που προκαλούνται από την πανδημία. Έχει δημιουργηθεί ένα νέο διοικητικό συμβούλιο και η Αρχή συντονίζει τη στρατηγική προμηθειών σε περιφερειακό επίπεδο, με έμφαση στις ανάγκες που σχετίζονται με την πανδημία.
Οι κεντρικές συμβάσεις υλοποιούνται ως επί το πλείστον σε περιφερειακό επίπεδο, με ρόλο συντονισμού από την Αρχή, αλλά ένα σχετικά μεγάλο μέρος των διαδικασιών υποβολής προσφορών που ολοκληρώθηκαν σε κεντρικό επίπεδο, ξεκίνησαν από το πρώην όργανο πριν από αρκετά χρόνια. Το νομοσχέδιο, που ορίζει το νέο θεσμικό πλαίσιο για την Αρχή, οριστικοποιήθηκε και επί του παρόντος σχεδιάζεται να υποβληθεί στο Κοινοβούλιο έως τα τέλη Οκτωβρίου και θα εγκριθεί έως τον Δεκέμβριο.
Οι αρχές κοινοποίησαν επίσης ένα επιχειρησιακό σχέδιο για τις προμήθειες που θα ξεκινήσει το 2020, σύμφωνα με το οποίο εκτιμούν ότι. έως και το 40% των συνολικών νοσοκομειακών δαπανών θα προμηθεύονταν κεντρικά έως τα μέσα του 2022. Μια ειδική δέσμευση στα μέσα του 2022, με περίπου 305 εκατομμύρια ευρώ αξίας υλικών, που θα διατεθούν κατά το πρώτο τρίμηνο του 2021 ,με στόχο να φτάσει το 30% έως το πρώτο τρίμηνο του 2021.
Παρόλο που η κεντρική αρχή αναφέρεται ότι βοήθησε τις περιφερειακές αρχές να διασφαλίσουν ότι τα προϊόντα προμηθεύονταν στην καλύτερη τιμή , οι αρχές ενθαρρύνονται να επανενεργοποιήσουν το Παρατηρητήριο Τιμών, ένα εργαλείο παρακολούθησης που αποσκοπεί στην αύξηση της διαφάνειας και της αποτελεσματικότητας των συμβάσεων, από τον Ιανουάριο του 2021“.
Clawback
H έκθεση τονίζει ότι προκαλούν ανησυχία η αύξηση των ποσών από την αυτόματη επιστροφή της υπέρβασης στις δαπάνες (clawback) και οι καθυστερήσεις στην είσπραξή τους. Να σημειώσουμε εδώ ότι τόσο το υπουργείο Υγείας όσο και ο ΕΟΠΥΥ δεν έχουν ενημερώσει ποτέ δημοσίως πώς εξελίσσεται η είσπραξη του clawback.
Όπως αναφέρει: “Τα ποσά clawback, ειδικά σε ό, τι αφορά τον τομέα των φαρμακευτικών προϊόντων, και οι καθυστερήσεις στη συλλογή τους προκαλούν ανησυχία. Για τα φαρμακευτικά προϊόντα, η συλλογή του 2019 έχει ολοκληρωθεί μόνο για το 50% του συνόλου, ενώ το υπόλοιπο θα συλλεχθεί από τον Νοέμβριο του 2020 μέσω 36 μηνιαίων δόσεων που έχουν προγραμματιστεί να νομοθετηθούν έως τον Οκτώβριο του 2020 (ενώ μέχρι στιγμής η συνολική συλλογή θα έπρεπε να έχει οριστικοποιηθεί).
Εξίσου ανησυχητικές είναι οι αυξητικές τάσεις: το clawback για το 2019, το οποίο ανέρχεται σε περίπου 800 εκατ. ευρώ, είναι 36,2% υψηλότερο από το 2018 και σχεδόν 65% υψηλότερο από το 2017. Το clawback για το πρώτο εξάμηνο του 2020 έχει ποσοτικοποιηθεί σε 364 εκατομμύρια ευρώ.
Για τους ιδιωτικούς παρόχους υγειονομικής περίθαλψης (αναφέρεται σε γιατρούς, εργαστήρια κλπ), η συλλογή δεν έχει ξεκινήσει για το 2018 και το 2019 παρά τις σημαντικές καθυστερήσεις και αναμένεται να συνεχιστεί τον Νοέμβριο του 2020, πράγμα που σημαίνει ότι 600 εκατομμύρια ευρώ είναι επί του παρόντος ανείσπρακτα. Η υιοθέτηση της απαραίτητης νομοθεσίας για την οριστικοποίηση της είσπραξης, που αναμένεται έως τον Οκτώβριο του 2020, θα συμβάλει στη διατήρηση της δημοσιονομικής αξιοπιστίας του clawback”.
Τέλος, να αναφερθεί ότι πριν από λίγες μέρες εκδόθηκε η νέα ΚΥΑ, που αφορά το clawback για τους ιδιώτες παρόχους, η οποία κατά 90% είναι ίδια με αυτή που ίσχυε και ήδη οι πάροχοι “είναι στα κάγκελα”, καθώς προσδοκούσαν ότι η κυβέρνηση θα έπαιρνε μέτρα ανακούφισής τους. Έχουν ζητήσει εδώ και μέρες συνάντηση με τον αρμόδιο υπουργό Θ. Σκυλακάκη, αλλά μέχρι στιγμής δεν έχει υπάρξει ανταπόκριση εκ μέρους του.
Πηγή: virus.com.gr