Ένα ακόμη βήμα για τη θεραπεία των ασθενών με covid-19 προσφέρουν Έλληνες επιστήμονες από το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Ελληνική ερευνητική ομάδα αναπτύσσει τεστ για τη CRP (σ.σ.: αντιδρώσα πρωτεΐνη που χρησιμοποιείται για τη διάγνωση διαφόρων ασθενειών), έναν σημαντικό δείκτη στην προδιάγνωση και την παρακολούθηση της θεραπείας του νέου κορονοϊού Covid-19.
Πριν λίγο καιρό, μια ερευνητική ομάδα του Εργαστηρίου Κυτταρικής Τεχνολογίας του Τμήματος Βιοτεχνολογίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών ανακοίνωσε την ανάπτυξη ενός κυτταρικού βιοαισθητήρα- για την ταχύτατη (μέσα σεμόνο τρία λεπτά), ευαίσθητη και μαζική ανίχνευση της προεξέχουσας επιφανειακής πρωτεΐνης S1 του κορονοϊού Covid-19.
Οι ίδιοι ερευνητές του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΓΠΑ), έχοντας μπει για τα καλά στον αγώνα κατά του Covid-19, καινοτομούν για μια ακόμα φορά καθώς εργάζονται πυρετωδώς σε συνεργασία με την κυπριακη start-up εταιρεία bialoom, την ελληνική StArtBio και την ερευνητική ομαδα WinPhos του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονικης και του Κέντρου Διεπιστημονικής Έρευνας και Καινοτομίας (ΚΕΔΕΚ), για την ανάπτυξη ενός διαγνωστικού συστήματος για την ανίχνευση της C-αντιδρώσας πρωτεΐνης (CRP).
Η πρωτεΐνη CRP χρησιμοποιείται για τη διάκριση μιας λοίμωξης εαν είναι ιογενής ή
βακτηριακή, και συνήθως τα επίπεδα της αυξάνονται σε βακτηριακές λοιμώξεις. Ωστόσο, οι τελευταίες δημοσιεύσεις έχουν δείξει ότι τα επίπεδα CRP είναι πολύ αυξημένα σε ασθενείς με σοβαρή λοιμωξη Covid-19 και αναμένεται να αποτελέσει έναν από τους σημαντικότερους δείκτες για τη διάγνωση και την παρακολούθηση της θεραπείας των ασθενών.
Οπως τονίζει μάλιστα η κ. Σοφία Μαυρίκου, Μεταδιδακτορική Ερευνήτρια Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, «Στην πράξη, κάθε ασθενής που θα εισέρχεται σε κλινικές/νοσοκομεία με πυρετό και άλλα ύποπτα συμπτώματα θα ελέγχεται πρώτα για τα επίπεδα CRP και τον αριθμό των κυττάρων αίματος. Αυτές οι δοκιμές ρουτίνας θα βοηθούν στον εντοπισμό ενός κοινού κρυολογήματος διαφοροποιώντας τη διάγνωση από αυτήν την πιο σοβαρή λοίμωξη από νέο ιό.
Περαιτέρω χρήση τόσο της ταχείας μεθόδου ανίχνευσης του ιού που ανέπτυξε η ομάδα όσο και ακτινογραφίας θώρακος σε συνδυασμό με δοκιμές νουκλεϊκών οξέων, θα χρησιμοποιούνται για την επιβεβαίωση της λοίμωξης από κορονοϊό. Επιπρόσθετα, η C-αντιδρώσα πρωτεΐνη (CRP) θα παρακολουθείται μαζί με άλλους βιοχημικούς δείκτες καθ΄όλη τη διάρκεια της διαδικασίας θεραπείας και ανάρρωσης του ασθενούς»
Τεστ εξπρές
Το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο και ο πρύτανης κ. Σπύρος Κίντζιος έχουν θέσει στη διάθεση της Πολιτείας ένα εξαιρετικά προηγμένο διαγνωστικό τέστ ανίχνευσης του covid-19, ακόμη και σε ασυμπτωματικά άτομα.
Πρόκειται για έναν κυτταρικό βιοαισθητήρα, ο οποίος μπορεί σε τρία μόλις λεπτά, να αποκαλύψει, εάν ο ιός έχει προσκολληθεί στα ανθρώπινα κύτταρα. Το σύστημα λειτουργεί μέσω μίας φορητής συσκευής και ενός κινητού τηλεφώνου ή τάμπλετ.
Όπως δηλώνει ο πρύτανης κ.Κίντζιος «Ο βιοαισθητήρας μας μπορεί να χρησιμοποιηθεί, πέραν της ανίχνευσης του ιού, για την ταχεία και μαζική αξιολόγηση φαρμάκων τα οποία μπορούν να μπλοκάρουν την είσοδο του ιού ή και την αλληλεπίδραση του με τα κύτταρα του ξενιστή (δηλαδή των ανθρώπων).
Η συγκεκριμένη τεχνολογία μας δίνει τη δυνατότητα να αναλύσουμε όλη τη γκάμα αλληλεπιδράσεων στοιχείων του ιού με αντίστοιχους κυτταρικούς υποδοχείς, όπως για παράδειγμα της ACE-2 (μόριο, που ευθύνεται για τη μόλυνση των πνευμονικών αγγείων απο τον ιό)».
Αποτέλεσμα σε 3 λεπτά
Η συγκεκριμένη μέθοδος, που παρουσιάστηκε στο περιοδικό «Sensors» (Αισθητήρες), επιτρέπει δυνητικά τον εντοπισμό του κορονοϊού ακόμη και αμέσως μετά τη μόλυνση ενός ατόμου. Έτσι δίνεται η δυνατότητα για την ταυτοποίηση και ασυμπτωματικών φορέων στα πρώτα στάδια της μετάδοσης του ιού.
Ο βιοαισθητήρας βασίζεται σε τροποποιημένα κύτταρα θηλαστικών, τα οποία φέρουν ένα ανθρώπινο χιμαιρικό αντίσωμα κατά του αντιγόνου της προεξέχουσας πρωτεΐνης του κορωνοϊού. Η πρόσδεση της πρωτεΐνης S1 στα αντισώματα του βιοαισθητήρα έχει ως αποτέλεσμα τη μεταβολή στις κυτταρικές βιοηλεκτρικές ιδιότητες του αισθητήρα, οι οποίες στη συνέχεια μπορούν να μετρηθούν μέσω μιας ειδικής βιοηλεκτρικής διάταξης.
Ο βιοαισθητήρας μπορεί να ενσωματωθεί σε μια εύχρηστη πλατφόρμα, που περιλαμβάνει μια φορητή συσκευή και ένα κινητό τηλέφωνο ή τάμπλετ. Το επόμενο βήμα, σύμφωνα με τους ερευνητές, θα είναι η κλινική δοκιμή του διαγνωστικού αισθητήρα με τη χρήση δειγμάτων ασθενών και σε σύγκριση με τα υπάρχοντα μοριακά και ορολογικά τεστ. Το σημαντικό στοιχείο είναι ότι το συγκεκριμένο τεστ ανιχνεύει τον κορονοϊό σε 3 λεπτά.
Πηγή: healthreport.gr