Ένα μεγάλο χάσμα χωρίζει την Δυτική και την Ανατολική Ευρώπη όσον αφορά την ανθεκτικότητα των συστημάτων υγείας και τη δυνατότητα αντιμετώπισης μελλοντικών απειλών, όπως μια νέα πανδημία, προειδοποιεί νέα έκθεση. Όσο για την Ελλάδα, σύμφωνα με τους ερευνητές, έχει μέτριες επιδόσεις.
Κανένα σύστημα υγείας δεν έμεινε αλώβητο από την πανδημία Covid-19, όμως κάποιες χώρες κάνουν περισσότερα από ό,τι άλλες για να αντιμετωπίσουν μελλοντικές επιδημίες και τα δεινά που φέρνει η γήρανση του πληθυσμού, σχολιάζει το Euronews.
Και οι περιφερειακές ανισότητες θα μπορούσαν να έχουν σοβαρές επιπτώσεις για όλη την ήπειρο, προειδοποιεί η έκθεση της δεξαμενής σκέψης Globsec, με έδρα τη Μπρατισλάβα της Σλοβακίας.
«Η πανδημία Covid-19 απέδειξε ότι το ρητό ‘η αλυσίδα είναι δυνατή όσο ο πιο αδύναμος κρίκος της’ ισχύει και στον κλάδο της υγείας», γράφουν οι συντάκτες της έκθεσης.
«Δυστυχώς, η ‘δύναμη της αλυσίδας’ αποδείχθηκε πολύ διαφορετική μεταξύ των χωρών της ΕΕ», σημειώνουν χαρακτηριστικά.
Κάτω από τη μέση η Ελλάδα
Οι ερευνητές αξιολόγησαν τις χώρες της Ευρώπης εξετάζοντας 36 παραμέτρους, όπως το εργατικό δυναμικό του κλάδου υγείας, η διαθεσιμότητα φαρμάκων και ιατρικών τεχνολογιών, οι πλεονάζοντες θάνατοι, το φορτίο νόσου και ο στρατηγικός σχεδιασμός για την υγεία.
Η χώρα με τις καλύτερες επιδόσεις είναι η Νορβηγία. Ακολουθούν η Ολλανδία, η Σουηδία, η Γερμανία και η Δανία.
Η Ελλάδα βρίσκεται στην 19η θέση μεταξύ 27 χωρών, ανάμεσα στην Τσεχία και την Εσθονία.
Στον πάτο της λίστας βρίσκονται η Βουλγαρία, η Πολωνία, η Λετονία, η Ρουμανία και η Σλοβακία.
Να σημειωθεί ότι από τις δέκα χώρες με τις χειρότερες επιδόσεις, οι οκτώ βρίσκονται στην Κεντρική ή Ανατολική Ευρώπη.
Σε γενικές γραμμές, οι χώρες που δαπανούν περισσότερα για τη υγεία έχουν και τις καλύτερες επιδόσεις. Όμως, ακόμα και σε χώρες υψηλού εισοδήματος, η έκθεση καταγράφει ανισότητες μεταξύ πόλεων και επαρχιών και άλλων κοινωνικοοικονομικών παραγόντων.
«Η οικονομική πίεση από την πανδημία Covid-19 έχει επιδεινώσει αυτά τα ζητήματα σε πολλές χώρες, ασκώντας επιπλέον πιέσεις στους ήδη ‘τεντωμένους’ προϋπολογισμούς για την υγεία», τονίζει η έκθεση.
Ένα μεγάλο χάσμα χωρίζει την Δυτική και την Ανατολική Ευρώπη όσον αφορά την ανθεκτικότητα των συστημάτων υγείας και τη δυνατότητα αντιμετώπισης μελλοντικών απειλών, όπως μια νέα πανδημία, προειδοποιεί νέα έκθεση. Όσο για την Ελλάδα, σύμφωνα με τους ερευνητές, έχει μέτριες επιδόσεις.
Κανένα σύστημα υγείας δεν έμεινε αλώβητο από την πανδημία Covid-19, όμως κάποιες χώρες κάνουν περισσότερα από ό,τι άλλες για να αντιμετωπίσουν μελλοντικές επιδημίες και τα δεινά που φέρνει η γήρανση του πληθυσμού, σχολιάζει το Euronews.
Και οι περιφερειακές ανισότητες θα μπορούσαν να έχουν σοβαρές επιπτώσεις για όλη την ήπειρο, προειδοποιεί η έκθεση της δεξαμενής σκέψης Globsec, με έδρα τη Μπρατισλάβα της Σλοβακίας.
«Η πανδημία Covid-19 απέδειξε ότι το ρητό ‘η αλυσίδα είναι δυνατή όσο ο πιο αδύναμος κρίκος της’ ισχύει και στον κλάδο της υγείας», γράφουν οι συντάκτες της έκθεσης.
«Δυστυχώς, η ‘δύναμη της αλυσίδας’ αποδείχθηκε πολύ διαφορετική μεταξύ των χωρών της ΕΕ», σημειώνουν χαρακτηριστικά.
Κάτω από τη μέση η Ελλάδα
Οι ερευνητές αξιολόγησαν τις χώρες της Ευρώπης εξετάζοντας 36 παραμέτρους, όπως το εργατικό δυναμικό του κλάδου υγείας, η διαθεσιμότητα φαρμάκων και ιατρικών τεχνολογιών, οι πλεονάζοντες θάνατοι, το φορτίο νόσου και ο στρατηγικός σχεδιασμός για την υγεία.
Η χώρα με τις καλύτερες επιδόσεις είναι η Νορβηγία. Ακολουθούν η Ολλανδία, η Σουηδία, η Γερμανία και η Δανία.
Η Ελλάδα βρίσκεται στην 19η θέση μεταξύ 27 χωρών, ανάμεσα στην Τσεχία και την Εσθονία.
Στον πάτο της λίστας βρίσκονται η Βουλγαρία, η Πολωνία, η Λετονία, η Ρουμανία και η Σλοβακία.
Να σημειωθεί ότι από τις δέκα χώρες με τις χειρότερες επιδόσεις, οι οκτώ βρίσκονται στην Κεντρική ή Ανατολική Ευρώπη.
Σε γενικές γραμμές, οι χώρες που δαπανούν περισσότερα για τη υγεία έχουν και τις καλύτερες επιδόσεις. Όμως, ακόμα και σε χώρες υψηλού εισοδήματος, η έκθεση καταγράφει ανισότητες μεταξύ πόλεων και επαρχιών και άλλων κοινωνικοοικονομικών παραγόντων.
«Η οικονομική πίεση από την πανδημία Covid-19 έχει επιδεινώσει αυτά τα ζητήματα σε πολλές χώρες, ασκώντας επιπλέον πιέσεις στους ήδη ‘τεντωμένους’ προϋπολογισμούς για την υγεία», τονίζει η έκθεση.
Υψηλότερα ποσοστά θανάτων μετά την πανδημία σε χώρες με αδύναμα συστήματα υγείας
Μια άλλη παρατήρηση είναι ότι οι χώρες με υψηλή κατάταξη είχαν συνήθως υψηλότερα ποσοστά καρκίνου ή άλλων ασθενειών – αλλά οι συντάκτες της έκθεσης σημειώνουν πως αυτό μπορεί να οφείλεται στο γεγονός ότι διαθέτουν διαγνωστικές δυνατότητες υψηλότερης ποιότητας, που τους επιτρέπουν να εντοπίζουν περισσότερα προβλήματα υγείας.
Οι χώρες με χαμηλές επιδόσεις τείνουν να έχουν λιγότερα νοσοκομεία και εξειδικευμένες κλινικές, κάτι που οδηγεί σε συνωστισμό και μεγάλους χρόνους αναμονής.
Στις χώρες αυτές, τα νέα φάρμακα συχνά καθυστερούν να φτάσουν και οι πολίτες τους πιστεύουν ότι υπάρχουν υψηλά επίπεδα διαφθοράς στα νοσοκομεία από ό,τι αλλού στην Ευρώπη.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στην Ανατολική Ευρώπη παρατηρήθηκε επίσης υψηλότερο ποσοστό υπερβολικών θανάτων μετά την πανδημία, με τις μεγαλύτερες αυξήσεις να καταγράφονται σε χώρες όπως η Βουλγαρία και η Λιθουανία.
Σχεδόν δυο χρόνια περιμένει η Ελλάδα τα νέα φάρμακα
Στο διάγραμμα που ακολουθεί φαίνεται ο μέσος χρόνος διάθεσης νέων, εγκεκριμένων από την Ε.Ε., φαρμάκων ανά χώρα, σε μήνες.
Όπως διαπιστώνεται, η Ελλάδα πρέπει να περιμένει 19,6 μήνες για να έχει πρόσβαση στα νέα φάρμακα.
Στον πάτο του πίνακα είναι η Πολωνία με 26,8 μήνες, ενώ στην κορυφή η Γερμανία με μόλις 4,2 μήνες αναμονή.
Ενώ οι χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης αύξησαν τους προϋπολογισμούς τους κατά τη διάρκεια της πανδημίας, εξακολουθούν να δαπανούν μόνο το 50% έως 60% των δαπανών των κορυφαίων χωρών για την υγειονομική περίθαλψη, σύμφωνα με την έκθεση.
«Οι χώρες με χαμηλότερες βαθμολογίες συχνά αγωνίζονται με υποχρηματοδοτούμενα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης», δήλωσαν οι ερευνητές, «τα οποία μπορεί να οδηγήσουν σε μια σειρά προβλημάτων, όπως ανεπαρκείς ιατρικές προμήθειες, απαρχαιωμένο εξοπλισμό και ανεπαρκείς εγκαταστάσεις».
Υψηλότερα ποσοστά θανάτων μετά την πανδημία σε χώρες με αδύναμα συστήματα υγείας
Μια άλλη παρατήρηση είναι ότι οι χώρες με υψηλή κατάταξη είχαν συνήθως υψηλότερα ποσοστά καρκίνου ή άλλων ασθενειών – αλλά οι συντάκτες της έκθεσης σημειώνουν πως αυτό μπορεί να οφείλεται στο γεγονός ότι διαθέτουν διαγνωστικές δυνατότητες υψηλότερης ποιότητας, που τους επιτρέπουν να εντοπίζουν περισσότερα προβλήματα υγείας.
Οι χώρες με χαμηλές επιδόσεις τείνουν να έχουν λιγότερα νοσοκομεία και εξειδικευμένες κλινικές, κάτι που οδηγεί σε συνωστισμό και μεγάλους χρόνους αναμονής.
Στις χώρες αυτές, τα νέα φάρμακα συχνά καθυστερούν να φτάσουν και οι πολίτες τους πιστεύουν ότι υπάρχουν υψηλά επίπεδα διαφθοράς στα νοσοκομεία από ό,τι αλλού στην Ευρώπη.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στην Ανατολική Ευρώπη παρατηρήθηκε επίσης υψηλότερο ποσοστό υπερβολικών θανάτων μετά την πανδημία, με τις μεγαλύτερες αυξήσεις να καταγράφονται σε χώρες όπως η Βουλγαρία και η Λιθουανία.
Σχεδόν δυο χρόνια περιμένει η Ελλάδα τα νέα φάρμακα
Στο διάγραμμα που ακολουθεί φαίνεται ο μέσος χρόνος διάθεσης νέων, εγκεκριμένων από την Ε.Ε., φαρμάκων ανά χώρα, σε μήνες.
Όπως διαπιστώνεται, η Ελλάδα πρέπει να περιμένει 19,6 μήνες για να έχει πρόσβαση στα νέα φάρμακα.
Στον πάτο του πίνακα είναι η Πολωνία με 26,8 μήνες, ενώ στην κορυφή η Γερμανία με μόλις 4,2 μήνες αναμονή.
Ενώ οι χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης αύξησαν τους προϋπολογισμούς τους κατά τη διάρκεια της πανδημίας, εξακολουθούν να δαπανούν μόνο το 50% έως 60% των δαπανών των κορυφαίων χωρών για την υγειονομική περίθαλψη, σύμφωνα με την έκθεση.
«Οι χώρες με χαμηλότερες βαθμολογίες συχνά αγωνίζονται με υποχρηματοδοτούμενα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης», δήλωσαν οι ερευνητές, «τα οποία μπορεί να οδηγήσουν σε μια σειρά προβλημάτων, όπως ανεπαρκείς ιατρικές προμήθειες, απαρχαιωμένο εξοπλισμό και ανεπαρκείς εγκαταστάσεις».