Blog
Blog
Γιατί η γρίπη του 2025 ανατρέπει τη φαρμακευτική ισορροπία

Η φετινή περίοδος της γρίπης αποτελεί ίσως το πιο σαφές σημάδι ότι οι σταθερές βεβαιότητες της βιοφαρμακευτικής βιομηχανίας -σε θέματα πρόληψης, προβλεψιμότητας και χαρτοφυλακίου προϊόντων- παύουν πλέον να είναι δεδομένες.
Η αναδιάρθρωση της συμβουλευτικής επιτροπής εμβολίων του CDC υπό τον Robert F. Kennedy Jr. έχει δημιουργήσει ένα κενό στο εθνικό σχέδιο δημόσιας υγείας. Για πρώτη φορά εδώ και δεκαετίες, οι οδηγίες για το εμβόλιο της γρίπης καθυστέρησαν σημαντικά και συνοδεύτηκαν από αμφισημίες σχετικά με τη σύνθεση των εμβολίων, προκαλώντας σύγχυση και μείωση της εμπιστοσύνης του κοινού.
Καθυστερημένες αποφάσεις, αυξημένη αβεβαιότητα
Η τελική καθοδήγηση για την περίοδο 2025–26 εκδόθηκε στα τέλη Αυγούστου, δύο έως τρεις μήνες αργότερα από το συνηθισμένο. Παρότι επιβεβαιώνει τη σύσταση εμβολιασμού για όλους άνω των έξι μηνών, η πολιτική συζήτηση και η παραπληροφόρηση των προηγούμενων μηνών έχουν ήδη αφήσει βαθύ αποτύπωμα.
Η δημόσια εμπιστοσύνη έχει κλονιστεί -όχι λόγω μαζικής απόρριψης των εμβολίων, αλλά εξαιτίας μιας σιωπηρής επιφυλακτικότητας. Στην Ουάσιγκτον, οι εμβολιασμοί κατά της γρίπης έχουν μειωθεί κατά 15%, ενώ τα ποσοστά εμβολιασμού για την COVID-19 κατά 25%. Πέρυσι, η κάλυψη των παιδιών είχε ήδη πέσει κάτω από το 50%, τη χαμηλότερη τιμή της τελευταίας δεκαετίας.
Οικονομικός και λειτουργικός κίνδυνος για τη βιομηχανία
Για τις φαρμακευτικές εταιρείες, η φετινή εποχή της γρίπης αποτελεί ένα τεστ ανθεκτικότητας, όχι μόνο σε επίπεδο παραγωγής, αλλά και στρατηγικού σχεδιασμού. Οι μεγάλες εταιρείες που κυριαρχούν στην παραγωγή εμβολίων καθορίζουν, εδώ και χρόνια, τον ρυθμό ολόκληρης της βιομηχανίας: από την εφοδιαστική αλυσίδα έως τη διαφήμιση και τη χρηματοοικονομική πρόβλεψη.
Η φετινή ασάφεια από πλευράς CDC μεταφέρει τον κίνδυνο από το κοινό στις ίδιες τις εταιρείες. Καθώς μειώνεται η εμπιστοσύνη στα προληπτικά μέτρα, η ζήτηση αναμένεται να στραφεί προς τις θεραπείες και τα φάρμακα ανακούφισης συμπτωμάτων. Αυτό σημαίνει αυξημένες πωλήσεις αντιιικών και OTC προϊόντων — και ταυτόχρονα αποσταθεροποίηση ενός οικοσυστήματος που βασιζόταν στην προβλεψιμότητα.
Επιστροφή στα OTC προϊόντα;
Η στρατηγική των τελευταίων ετών για πολλές εταιρείες –GSK, Pfizer, Sanofi- ήταν η αποεπένδυση από τις καταναλωτικές μονάδες OTC και η στροφή προς εμβόλια, βιολογικά και εξειδικευμένες θεραπείες. Σήμερα όμως, αυτή η στρατηγική φαίνεται να περιορίζει την ευελιξία τους.
Αντίθετα, η Bayer, που κράτησε ενιαίο το καταναλωτικό και το φαρμακευτικό της τμήμα, φαίνεται να διαθέτει πλέον πλεονέκτημα: τη δυνατότητα να ανταποκρίνεται ευέλικτα σε κάθε στάδιο της ασθένειας — από την πρόληψη έως τη θεραπεία.
Νέα δεδομένα για επενδυτές και αγορές
Η αβεβαιότητα στη συμπεριφορά των καταναλωτών προκαλεί ανησυχία και στις αγορές. Εταιρείες που στηρίζονταν σε σταθερούς ρυθμούς εμβολιασμού, όπως η Sanofi και η GSK, έχουν ήδη καταγράψει κάμψη στις πωλήσεις τους. Αντιθέτως, εκείνες που διατηρούν διαφοροποιημένο χαρτοφυλάκιο μπορεί να βγουν κερδισμένες, καθώς η ζήτηση για συμπτωματική ανακούφιση αυξάνεται.
Η μεγάλη ερώτηση πλέον είναι αν η υπερ-εξειδίκευση των τελευταίων ετών οδήγησε σε απώλεια ευελιξίας — και αν η αγορά θα αρχίσει να επιβραβεύει ξανά την ανθεκτικότητα αντί της μονοδιάστατης ανάπτυξης.
Νέος κανόνας: ευελιξία και ανθεκτικότητα
Η φετινή εποχή της γρίπης δεν αποτελεί μεμονωμένο φαινόμενο, αλλά προειδοποιητικό σήμα. Η πρόβλεψη, η πρόληψη και ο προγραμματισμός που κάποτε θεωρούνταν δεδομένα, τώρα δοκιμάζονται. Οι εταιρείες που θα επιδείξουν επιχειρησιακή και εμπορική ευελιξία, επενδύοντας παράλληλα σε εμπιστοσύνη και επικοινωνία, θα είναι εκείνες που θα αντέξουν τις επόμενες αναταράξεις.
Πηγή: healthpharma.gr
