Μετά το πρώτο συνταγογραφούμενο παιχνίδι για κινητό τηλέφωνο/τάμπλετ από την Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) που απευθύνεται σε παιδιά ηλικίας 8 έως 12 ετών με ΔΕΠΥ πέρυσι το καλοκαίρι, πριν από μια εβδομάδα η Google έλαβε έγκριση εισόδου στην αγορά για μια εφαρμογής που χρησιμοποιεί την τεχνητή νοημοσύνη ως ιατροτεχνολογικό προϊόν Κατηγορίας Ι, δηλ. χαμηλού κινδύνου, όπως οι επίδεσμοι ή ένα αμαξίδιο.
Η εφαρμογή επιτρέπει την ανάλυση φωτογραφιών και μέσω ερωτήσεων παραθέτει διαγνωστικές προτάσεις. Τίθενται όμως πολλαπλά θέματα, για τη δυνατότητα του πώς θα ερμηνεύσουν τα αποτελέσματα οι χρήστες, αν έχουν χρησιμοποιηθεί αρκετά άρτια δεδομένα στον αλγόριθμο της εφαρμογής για να δουλεύει αρκετά καλά για πολύ διαφορετικούς ανθρώπους. Θα είναι σωστή η πρόταση μια τέτοιας εφαρμογής; Υπάρχει κίνδυνος να καθυστερήσει η προσέλευση στον γιατρό για ένα σοβαρό νόσημα γιατί -κακώς- θα εφησυχάσει ο ασθενής; Ή, μήπως, θα πανικοβληθεί χειρότερα νομίζοντας ότι υποφέρει από κάτι ιδιαίτερα σοβαρό για ένα μη παθολογικό εύρημα; Πώς αλλάζει η σχέση γιατρού-ασθενή, υγειονομικών- πληθυσμού με τέτοια εργαλεία; Ποιος είναι υπεύθυνος για τυχόν λάθη; Τους προβληματισμούς έθεσε η Αντιπρόεδρος ΗΤΑ στην Ευρωπαϊκή Ένωση Δημόσιας Υγείας και Συμπρόεδρος για την Τεκμηρίωση Πραγματικού Κόσμου και την Τεχνητή Νοημοσύνη στη Διεθνή Εταιρεία για την Αξιολόγηση Τεχνολογίας Υγείας κ. Ελένη Πιτέλου, κατά την ομιλία της στο πρόσφατο διαδικτυακό Συνέδριο “Partnering for Patients”. Στην ομιλία της η κ. Πιτέλου εστίασε στις προκλήσεις και τις ευκαιρίες που μας δίνουν οι εκθετικές τεχνολογίες, τα δεδομένα του πραγματικού κόσμου και η τεχνητή νοημοσύνη, καθώς και το πώς ο συνδυασμός των εφαρμογών τους δρα καταλυτικά στη διαμόρφωση της παροχής υπηρεσιών υγείας. Και για όποιον δεν γνωρίζει τον όρο εκθετικές τεχνολογίες, να εξηγήσουμε ότι αφορά σε τεχνολογίες που αναπτύσσονται με γεωμετρική πρόοδο, με συνέπεια να μειώνεται το κόστος τους στο μισό, κάθε λίγα χρόνια.
Υπό συζήτηση η τηλεθεραπεία για άτομα με ψυχικά νοσήματα
«Την περίοδο αυτή, στην Ολλανδία συζητάμε την τηλεθεραπεία για άτομα με ψυχικά νοσήματα. Αντίστοιχα, πώς θα αξιολογήσουμε μια τέτοια θεραπεία; Ποιες είναι οι ερωτήσεις που θα πρέπει να μελετήσουμε; Αν είναι χαμηλότερο το κόστος της σε μια περίοδο που μεγάλο μέρος του πληθυσμού χρήζει ψυχολογικής υποστήριξης λόγω της πανδημίας, αλλά και παράπλευρων απωλειών; Αν διαταράσσεται ή υποβοηθείται το σύνολο της θεραπευτικής αντιμετώπισης του ασθενούς από μια τέτοια θεραπεία; Πώς πρέπει να χρηματοδοτηθεί;» Για όλες τις παραπάνω παρεμβάσεις, η κυρία Πιτέλου υπογράμμισε τη σημασία των διαδικασιών δημοκρατικής διαβούλευσης και διαλόγου στο πλαίσιο της αξιολόγησης τεχνολογίας υγείας, αναφέροντας ότι οι νέες τεχνολογίες μπορούν και να διευκολύνουν τέτοιες διαδικασίες. Επίσης, η κ. Πιτέλου στην ομιλία της ανακοίνωσε ότι η Διεθνής Εταιρεία για την Έρευνα στην Φαρμακοοικονομία και τις Εκβάσεις (ISPOR) και η HTAi έχουν συγκροτήσει Ομάδα Εργασίας για τις διαδικασίες δημοκρατικής και ανοικτής διαβούλευσης (deliberation), δηλ. όχι απλώς συλλογής σχολίων (consultation) για τη σύνταξη κατευθυντηρίων οδηγιών για τις διαδικασίες Αξιολόγησης Τεχνολογίας Υγείας. «Το έργο της Ομάδας Εργασίας είναι στο στάδιο της ολοκλήρωσης, ενώ οι κατευθυντήριες οδηγίες πρόκειται να δημοσιευτούν μέσα στους επόμενους μήνες. Τόσο η Ευρωπαϊκή Ένωση Δημόσιας Υγείας, όσο και η Διεθνής Εταιρεία για την Αξιολόγηση Τεχνολογίας Υγείας θεωρούν ότι η είναι κρίσιμης σημασίας τέτοιες διαδικασίες να είναι συμπεριληπτικές στον μέγιστο δυνατό βαθμό, κάτι που διευκολύνεται από τις νέες τεχνολογίες, αλλά και διαφανείς, χωρίς αποκλεισμό ευπαθών κοινωνικά ομάδων, ώστε να ενισχύουν και την εμπιστοσύνη του κόσμου στους θεσμούς».
Η συστηματική παρακολούθηση δεδομένων συνεισφέρει τα μάλα στη δημόσια υγεία
Η πανδημία, σύμφωνα με την κ. Πιτέλου, αποτέλεσε την αφορμή για να γίνει κατανοητή η σημασία της συστηματικής συλλογής και ανάλυσης δεδομένων του πραγματικού κόσμου, και της σύνθεσης σε τεκμηρίωση. «Ιδιαίτερα, έγινε αντιληπτή η αναγκαιότητα της εξέτασης του λόγου οφέλους/κινδύνου στη λήψη της απόφασης της συμβολής που έχουν τοπικοί και πολιτισμικοί παράγοντες στην τήρηση των μέτρων, στη χρήση των υπηρεσιών υγείας, στη συμμόρφωση στα θεραπευτικά μέτρα, καθώς και στις εκβάσεις, όπως αυτές εκτιμώνται σε άτομα και τις διάφορες ομάδες του πληθυσμού, που ενδέχεται να έχουν πολύ διαφορετικά χαρακτηριστικά. Μια τέτοια συστηματική παρακολούθηση επιτρέπει τη σύνθεση πληροφορίας και την καλύτερη ενημέρωση όλων, υγειονομικών, ασθενών και πολιτών, βελτιώνει την πιθανότητα αποδοχής παρεμβάσεων σε πληθυσμούς αλλά και στην κοινότητα, ενώ συνεισφέρει στον μέγιστο δυνατό βαθμό στη δημόσια υγεία».
Πηγή: dailypharmanews.gr