Blog

Αρχική » Blog » Συνεντεύξεις / Αρθρογραφία » Απαιτούνται τολμηρές αποφάσεις για την άρση του αδιεξόδου του clawback

Blog

Απαιτούνται τολμηρές αποφάσεις για την άρση του αδιεξόδου του clawback

Η φαρμακευτική πολιτική αποτελεί ένα εθνικό ζήτημα που αγγίζει το θεμελιώδες δικαίωμα των πολιτών για ισότιμη πρόσβαση στην υγεία.

Υπηρετώντας αυτή την αρχή, οι βιοφαρμακευτικές εταιρείες -όπως η Bristol Myers Squibb- συμβάλλουμε στη διασφάλιση της απρόσκοπτης πρόσβασης των ασθενών σε καινοτόμες θεραπείες, διαχρονικά.

Στα δύσκολα χρόνια της κρίσης, με αίσθημα ευθύνης και συνέπειας απέναντι στους πολίτες και στη χώρα μας, αποδεχθήκαμε το κόστος του ‘προσωρινού’ μέτρου του clawback, δηλαδή της κάλυψης από τις εταιρείες μας της διαφοράς ανάμεσα στη συνολική φαρμακευτική δαπάνη και στον ανεπαρκή δημόσιο προϋπολογισμό.

Ωστόσο εδώ και πάνω από μία δεκαετία επαληθεύεται ότι ‘ουδέν μονιμότερον του προσωρινού’, με τις υποχρεωτικές επιστροφές που καταβάλλουν οι εταιρείες μας να βρίσκονται πλέον σε πλήρη εκτροχιασμό. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του Υπουργείου Υγείας, το πρώτο εξάμηνο του 2023 άγγιξαν το 83% για τα νοσοκομειακά σκευάσματα άνω των 30 ευρώ, ενώ ειδικά για το νοσοκομείο Παπαγεωργίου αυτό το ποσοστό άγγιξε το 92%.

Αυτό σημαίνει ότι το κράτος καλύπτει πλέον την πρόσβαση σε καινοτόμες θεραπείες για σοβαρές χρόνιες παθήσεις όπως ο καρκίνος, για μόλις 2 στους 10 ασθενείς. Δεν υπάρχει άλλος τομέας της αγοράς που να έχει υποστεί ένα αντίστοιχο επίπεδο υπερφορολόγησης και μάλιστα υπηρετώντας ένα εξαιρετικά ευαίσθητο πεδίο, αυτό του φαρμάκου και της υγείας, ευρύτερα.

Πρόκειται σε μεγάλο βαθμό για μία μετάθεση της ευθύνης της Πολιτείας περί διασφάλισης της ισότιμης πρόσβασης στο αγαθό του φαρμάκου στις εταιρείες μας και κυρίως στον βιοφαρμακευτικό κλάδο. Όμως αποδεικνύεται στην πράξη ότι το σύστημα του clawback παράγει, πλέον, διαδοχικά αδιέξοδα και αντί να υπηρετεί την ισότιμη πρόσβαση, αρχίζει να προκαλεί «ασθενείς δύο ταχυτήτων».

Για να βγούμε από αυτό το φαύλο κύκλο χρειάζονται τολμηρές αποφάσεις από όλες τις πλευρές που υπηρετούν όμως το δημόσιο συμφέρον. Ο έλεγχος και η συγκράτηση της συνολικής φαρμακευτικής δαπάνης είναι η πρώτη προϋπόθεση. Υπηρετώντας την αρχή «το σωστό φάρμακο στο σωστό ασθενή στη σωστή στιγμή» δεν υπηρετούμε μόνο τη δημόσια υγεία, αλλά και την οικονομική βιωσιμότητα του συστήματος.

Ακριβώς σε αυτή την κατεύθυνση, οι εταιρείες και οι σύνδεσμοι που μας εκπροσωπούν έχουν διαχρονικά υποβάλει προτάσεις για τον έγκαιρο εντοπισμό και την πάταξη κρουσμάτων υπερσυνταγογράφησης, αλλά και την ορθή και δεοντολογική εφαρμογή των θεραπειών βάσει επιστημονικών κριτηρίων.

Πώς μπορούμε, λοιπόν, να κάνουμε πράξη αυτή την αρχή; Μέσα από την εφαρμογή δεσμευτικών θεραπευτικών πρωτοκόλλων, τη μεγαλύτερη διείσδυση γενοσήμων, την άρση προστασίας τιμών που αφορά συγκεκριμένες κατηγορίες προϊόντων, την πλήρη ψηφιοποίηση της συνταγογράφησης στα νοσοκομεία που θα επιτρέψει τη διασύνδεσή τους και την καταγραφή των εκβάσεων των θεραπειών.

Η άλλη παράμετρος του κλάσματος σχετίζεται με τον δημόσιο προϋπολογισμό φαρμάκου. Το Υπουργείο Υγείας έχει πράγματι διοχετεύσει πρόσφατα επιπλέον πόρους και ο Υπουργός κ. Γεωργιάδης έχει επιδείξει γρήγορα και στοχευμένα αντανακλαστικά σε πολλές περιπτώσεις προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα κύρια αδιέξοδα της φαρμακευτικής πολιτικής στην Ελλάδα.

Όμως πρώτον, η μέχρι τώρα αύξηση του δημόσιου προϋπολογισμού δεν αντιστοιχεί στις τεκμηριωμένες ανάγκες υγείας του πληθυσμού. Και δεύτερον στρεβλώσεις όπως η προστασία συγκεκριμένων κατηγοριών φαρμάκου υπονομεύουν τη θετική επίπτωση αυτών των επιπλέον πόρων.

Για παράδειγμα, οι υποχρεωτικές επιστροφές 83% που καλούνται να καταβάλουν οι βιοφαρμακευτικές εταιρείες στο νοσοκομειακό περιβάλλον, θα ήταν μειωμένες κατά περίπου 10% αν δεν επωμιζόμασταν και μέρος του clawback που αντιστοιχεί σε σκευάσματα κάτω των 30 ευρώ, βάσει απόφασης της Κυβέρνησης προκειμένου να προστατεύσει συγκεκριμένες κατηγορίες φαρμάκων.

Όμως, η υποχρηματοδότηση του προϋπολογισμού φαρμάκου συνιστά μία απειλή όχι μόνο για τη συνέχιση της επιχειρηματικής δραστηριότητας των εταιρειών μας, αλλά πάνω από όλα για τους ίδιους τους ασθενείς.

Σύμφωνα με το WAIT Indicator της EFPIA, οι νέες καινοτόμες θεραπείες που κυκλοφορούσαν στην Ελλάδα το 2023 ήταν μειωμένες κατά 6% σε σχέση με το 2019. Γίνεται αντιληπτό ότι το ποσοστό αυτό ενδέχεται να αυξηθεί περαιτέρω καθώς κανένας κλάδος της αγοράς δεν μπορεί να αντέξει σε τέτοιες εξοντωτικές συνθήκες επιχειρείν.

Ο ίδιος κίνδυνος αφορά και σε θεραπείες που είναι αυτή τη στιγμή διαθέσιμες στην Ελλάδα. Και επιπλέον, δημιουργούνται ασθενείς δύο ταχυτήτων. Από τη μία μεριά τα καινοτόμα νοσοκομειακά φάρμακα επιβαρύνονται με υπέρογκες επιστροφές και από την άλλη παλαιότερες κοινές θεραπείες για άλλες παθήσεις εξαιρούνται από το clawback και έχουν διασφαλισμένη τη βιωσιμότητα και τη συνέχιση της διάθεσής τους.

Οι βιοφαρμακευτικές εταιρείες και οι σύνδεσμοι που μας εκπροσωπούν – ο ΣΦΕΕ και το Pharma Innovation Forum – έχουμε υποβάλει με συνέπεια και ευθύνη τεκμηριωμένες και ρεαλιστικές προτάσεις άρσης αυτού του αδιεξόδου. Ωστόσο, οποιαδήποτε συζήτηση για την επόμενη ημέρα της πρόσβασης σε καινοτόμα φάρμακα στην Ελλάδα προϋποθέτει μία ελάχιστη βάση αναγνώρισης του προβλήματος από την Πολιτεία.

Για το λόγο αυτό επιμένουμε στην ανάγκη αναδρομικής διόρθωσης του νοσοκομειακού clawback του 2023 ώστε να κλείσει τουλάχιστον στο επίπεδο του 2022. Αντίστοιχα, για τη φετινή και την επόμενη χρονιά, πρέπει να διασφαλιστεί η κατανομή των επιπλέον πόρων, με αποκλειστικό κριτήριο τη σύγκλιση των υποχρεωτικών επιστροφών στα τρία κανάλια διάθεσής -νοσοκομείο, καινοτόμα φάρμακα ΕΟΠΥΥ και προϊόντα λιανικής.

Παράλληλα, οφείλει, πλέον, να ανοίξει η συζήτηση για τη θέσπιση ενός δυναμικού προϋπολογισμού φαρμάκου που θα λαμβάνει υπόψη τις επιδημιολογικές ανάγκες και το εργαλείο της «σάρωσης ορίζοντα» που ήδη εφαρμόζεται στην Ελλάδα. Το μέτρο αυτό ενταγμένο σε ένα τριετές σύμφωνο συνεργασίας μεταξύ Κυβέρνησης και Φαρμακοβιομηχανίας -με συγκεκριμένους στόχους, δεσμεύσεις και χρονοδιάγραμμα- μπορεί πράγματι να αποτελέσει το ελατήριο προς μία βιώσιμη φαρμακευτική πολιτική στην Ελλάδα τα επόμενα χρόνια.

Σε κάθε περίπτωση, αυτή ακριβώς είναι η στιγμή όπου όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς θα πρέπει να συντονιστούμε προς μία και μοναδική κατεύθυνση, όλοι οι ασθενείς στη χώρα μας να μπορούν να συνεχίσουν να έχουν δικαίωμα στην ελπίδα, για περισσότερα και ποιοτικότερα χρόνια ζωής.

Πηγή: healthreport.gr
Facebook
LinkedIn
X
ΣΥΝΔΕΣΗ

Δεν είστε εγγεγραμμένο μέλος της Ε.Ε.Φα.Μ;

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την βέλτιστη εμπειρία περιήγησης στην σελίδα μας.
Πληκτρολογήστε και πατήστε enter για να δείτε τα αποτελέσματα αναζήτησης